knew - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

knew - translation to ρωσικά


knew         

[nju:]

общая лексика

past от know

hindsight         
  • [[Daniel Kahneman]]
TENDENCY TO PERCEIVE PAST EVENTS AS MORE PREDICTABLE THAN THEY ACTUALLY WERE AT THE TIME
Hindsight Bias; I-knew-it-all-along effect; Hindsight; Knew-it-all-along effect; Creeping determinism; 20/20 hindsight

['haindsait]

существительное

общая лексика

взгляд в прошлое, ретроспективный взгляд

шутливое выражение

непредусмотрительность

суждение задним числом

военное дело

прицел

hindsight         
  • [[Daniel Kahneman]]
TENDENCY TO PERCEIVE PAST EVENTS AS MORE PREDICTABLE THAN THEY ACTUALLY WERE AT THE TIME
Hindsight Bias; I-knew-it-all-along effect; Hindsight; Knew-it-all-along effect; Creeping determinism; 20/20 hindsight
hindsight noun 1) непредусмотрительность 2) взгляд в прошлое, ретроспективный взгляд with/in hindsight - оглядываясь на прошлое 3) mil. прицел

Ορισμός

knew

Βικιπαίδεια

KNEW
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για knew
1. Dickens knew this, Rockwell knew it, and Warhol knew it.
2. I mean, you knew the man had been shot, you knew he was injured, you knew he was in the hospital, and you knew you‘d shot him.
3. She knew what to expect – knew the possibilities.
4. He knew something was wrong and suspected he knew why.
5. "Peter knew everyone and everyone knew Peter," says one pensioner.
Μετάφραση του &#39knew&#39 σε Ρωσικά